Ανδρομάχη Μπούνα - Βάιλα
Η Ανδροµάχη Μπούνα- Bάιλα σπούδασε Κοινωνική Ανθρωπολογία και Ιστορία στο Πανεπιστήµιο Αιγαίου και είναι κάτοχος µεταπτυχιακού τίτλου και διδακτορικού διπλώµατος στο πεδίο της "Κοινωνιολογίας της Εκπαίδευσης και του Φύλου" του Πανεπιστηµίου Ιωαννίνων. Υπήρξε ακαδηµαϊκός υπότροφος στο Πανεπιστήµιο Ιωαννίνων και Πανεπιστήµιο Πατρών. Σήµερα είναι διδάσκουσα στο Δημοκρίτειο Πανεπιστήµιο Θράκης, όπου διδάσκει θέµατα ταυτότητας φύλου και κοινωνιολογίας της εκπαίδευσης. Κατάγεται μητροπλευρικά από την Αγία Παρασκευή (Κεράσοβο) Κονίτσης, γένους Βάιλα.
Η Κερασοβίτισσα Μάνα
Από τα χρόνια της τουρκοκρατίας έως σήμερα μια ιστορικοκοινωνική, πολιτισμική και ανθρωπολογική προσέγγιση
Το βιβλίο αυτό αποτελεί μια πρώτη απόπειρα σύνθεσης ενός μέρους των στοιχείων που έχουν προκύψει μέχρι σήμερα από επιτόπια έρευνα στην Αγία Παρασκευή-Κεράσοβο Κονίτσης, με θέμα την αναπαράσταση της Κερασοβίτισσας Μάνας από τους ίδιους τους κατοίκους της, αλλά και από την ανάλυση των ήδη καταγεγραμμένων παραδοσιακών τραγουδιών στη συγκεκριμένη περιοχή. Οι συνθήκες τής ζωής στις ορεινές περιοχές ήταν οπωσδήποτε δυσμενέστερες από τη ζωή στον κάμπο. Πέρα από τη γοητεία των βουνών, η ζωή τους ήταν στενά συνδεδεμένη με τον ασταμάτητο αγώνα για επιβίωση. συνδεδεμένη με τη στέρηση, τη φτώχεια, που δεν έφτανε όμως στην απόγνωση. Την πίκρα, την αγωνία του χαμού των δικών τους δοκίμαζαν οι κερασοβίτισσες μάνες στα χρόνια της Κατοχής. Πολέμησαν πολλές δίπλα σε γιους και καμάρωναν το ίδιο, μάνα και γιος, για τον αγώνα της λευτεριάς. Άλλες μάνες έζησαν την ξενιτιά. Η μάνα μου μοιρολογούσε μόνη της στο δωμάτιο με πόνο... σταματούσε και έλεγε: "... και μένα ο άνδρας μου, και δεν ήρθε ακόμαααα, αχχχ μωρ Σπύρο», κι εγώ άκουγα από κάτω και έκλαιγα. Φώναζε η μάνα τρανή από κάτω: «Νυφίτσα μου, κλαις τον πόνο σου...» Και έκλαιγε και φώναζε κι αυτή "Ηηη Σπύρο, Σπύροο..." "Ω μάνα" της έλεγα, "γιατί φωνάζεις;" "Για να με ακούσει το παιδί να γυρίσει πίσω". (Μ.Β., 1943)
Η Κερασοβίτισσα Νύφη
Αφηγήσεις ζωής και ανθρωπολογική ανάλυση
"Η Κερασοβίτισσα νύφη" διερευνά τις στάσεις και τις εμπειρίες των γυναικών -που γεννήθηκαν την περίοδο από το 1924 έως το 1982- του Κεράσοβου Κονίτσης ως νυφών, όπως οι ίδιες τις βίωσαν και τις βιώνουν. Η σύνθεση των στοιχείων προέκυψε από την επιτόπια έρευνα της Ανδρομάχης Μπούνα στην Αγία Παρασκευή - Κεράσοβο και αποτελεί συνέχεια του βιβλίου "Η Κερασοβίτισσα μάνα". Η έρευνά της βασίστηκε στις προφορικές συνεντεύξεις με τις γυναίκες του χωριού και στην αρχειακή έρευνα και μελέτη εγγράφων που αφορούν οικογενειακές μεταβιβάσεις, όπως τα προικοσύμφωνα. Αποκαλύπτονται έτσι ενδιαφέρουσες πτυχές -του γάμου και της Νύφης- του παρελθόντος, τις οποίες η συγγραφέας συσχετίζει με το παρόν, με την επιβίωση του θεσμού και τη θέση της γυναίκας στη σύγχρονη εποχή. "Εγώ με τον άνδρα μου κλέφτηκα, και όταν έφυγα έγραψα γράμμα της μαμάς μου, και μου απάντησε "Κορίτσι μου, τον πήρες καλά έκανες, περάσεις δεν περάσεις καλά, έχεις πέντε κουνιάδες και μία πεθερά, έξι, και μία θεία, εφτά φαρμάκια, παράπονα δεν σηκώνω", και έτσι δεν της έλεγα ποτέ τα παράπονά μου... Εντάξει, έγιναν όλα πολύ γρήγορα γιατί έπρεπε να φύγουμε να πάμε για δουλειά... τη μάνα μου τη μάρανα, το είχε καημό... και την αδελφή μου"(Β.Κ., 1943).
Ο Κερασοβίτης Άνδρας
Μνήμες και προφορική ιστορία
Το βιβλίο "Ο Κερασοβίτης Άνδρας. Μνήμες και προφορική ιστορία" καταγράφει προφορικές αφηγήσεις των ανδρών του χωριού που αφορούν τα προσωπικά βιώματα και τις μνήμες τους, ως Κερασοβιτών Ανδρών, ως ξενιτεμένων, μαστόρων, γαμπρών, πατεράδων, γεννηθέντων από το 1932 έως το 1967. Τα στοιχεία αυτά προέκυψαν έπειτα από επιτόπια έρευνα στην Αγία Παρασκευή - Κεράσοβο Κονίτσης. Είναι το τρίτο κατά σειρά βιβλίο και αποτελεί συνέχεια των δύο προηγούμενων: Η Κερασοβίτισσα Μάνα και Η Κερασοβίτισσα Νύφη. Ο Δημήτρης Τσούμπανος (γεν. 1941), Κερασοβίτης, ξενιτεμένος εδώ και πενήντα εννιά χρόνια στην Αμερική θυμάται "... ήμουνα δεκαοχτώ και μισό χρονών· στις 25 Ιανουαρίου έφυγα από το χωριό και όταν αποχαιρέτησα όλους τους δικούς μου και τους υπόλοιπους χωριανούς μπροστά στην εκκλησία του Αϊ-Δημήτρη, η γιαγιά μου η Κυράνω με δάκρυα στα μάτια με αγκάλιασε και φιλώντας με μου είπε: ''Ώρα καλή, χρυσό μου. Εγώ δεν θα σε ξαναδώ. Να έχεις την ευχή μου!'' Η αξέχαστη μανούλα μου Ελένη με αναφιλητά και πόνο στην καρδιά της μου έδωσε την ευχή της και μου είπε να μην ξεχνώ να γράφω γράμματα και να είμαι προσεκτικός. Έδωσε ιδιαίτερη έμφαση στον σεβασμό που θα πρέπει να έχω στους θείους μου Λεωνίδα και Μίνο, τα αδέλφια του πατέρα μου που με φέρανε στην Αμερική, και ποτέ μα ποτέ να μην ξεχάσω τις ρίζες μου. Λόγια όμορφα και σοφά από μία Κερασοβίτισσα γυναίκα και μάνα που μας ανέθρεψε με αρχές και με υπέρτερη αγάπη".